ΔΙΑΓΝΩΣΗ-ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΣΔ2
Ο σακχαρώδης διαβήτης είναι μια μεταβολική ασθένεια η οποία χαρακτηρίζεται από αύξηση της συγκέντρωσης του σακχάρου στο αίμα (υπεργλυκαιμία) και οφείλεται στην έλλειψη ινσουλίνης. Η έλλειψη αυτή μπορεί να είναι πλήρης , μερική ή σχετική.
Ως σχετική χαρακτηρίζεται η έλλειψη ινσουλίνης όταν, παρά τα αυξημένα επίπεδά της στο αίμα, δεν επαρκεί για την κάλυψη των αναγκών του οργανισμού, λόγω παρεμπόδιση της δράσης της στους περιφερικούς ιστούς (αντίσταση στην ινσουλίνη).
Χαρακτηρίζεται από αυξημένη αντίσταση του οργανισμού στην ινσουλίνη με αποτέλεσμα αυτή που παράγεται να μην επαρκεί για να καλύψει της μεταβολικές ανάγκες του οργανισμού. Τα επίπεδα ινσουλίνης μπορεί να είναι φυσιολογικά ή και αυξημένα στα αρχικά στάδια της νόσου και ο ασθενής αντιμετωπίζεται με αντιδιαβητικά δισκία. Σε προχωρημένα στάδια όμως τα παγκρεατικά κύτταρα ανεπαρκούν και γίνεται απαραίτητη η χορήγηση ινσουλίνης ως θεραπεία. Η παχυσαρκία αποτελεί σαφή προδιαθεσικό παράγοντα, αφού, σε ποσοστό 80% περίπου, τα άτομα με διαβήτη τύπου 2 είναι παχύσαρκα. Ο τύπος αυτός του διαβήτη χαρακτηρίζεται από κληρονομικότητα. Ο ΣΔ τύπου ΙΙ αποτελεί τη μεγάλη πλειοψηφία που συναντάμε στην καθημερινή ιατρική πράξη.
Στα αρχικά στάδιά της η νόσος μπορεί να είναι εντελώς ασυμπτωματική και συνεπώς ο ασθενής μπορεί να μην γνωρίζει ότι πάσχει. Τα συμπτώματα του ΣΔ που αφορούν τις αυξημένες τιμές σακχάρου στο αίμα είναι:
- Πολυουρία
- Πολυδιψία
- Ξηροστομία
- Πολυφαγία
- Απώλεια βάρους
- Θάμβος όρασης
- Κόπωση
Η διάγνωση του ΣΔ τίθεται με μέτρηση του σακχάρου του αίματος στο εργαστήριο στις παρακάτω περιπτώσεις:
- Ο ασθενής έχει συμπτώματα (πολυουρία, πολυδιψία, απώλεια βάρους) και τιμή σακχάρου στο αίμα ίση ή μεγαλύτερη από 200 mg/dl σε τυχαία μέτρηση
- Σάκχαρο αίματος μετά 8 ώρες νηστεία ίσο ή μεγαλύτερο από 126 mg/dl
- Σάκχαρο αίματος 2 ώρες μετά λήψη 75γρ γλυκόζης (καμπύλη σακχάρου) ίσο ή μεγαλύτερο από 200 mg/dl
Τα τελευταία χρόνια χρησιμοποιείται στο εξωτερικό η μέτρηση της γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης στη διάγνωση του ΣΔ. Έτσι τιμές μεγαλύτερες από 6.5 θεωρούνται διαγνωστικές της νόσου. Στις οδηγίες της ελληνικής διαβητολογικής εταιρείας δεν περιλαμβάνεται αυτή η δοκιμασία στα διαγνωστικά κριτήρια του διαβήτη και έτσι μόνο ως ενδεικτική μπορεί να χρησιμοποιείται.
Μετά τη διάγνωση του διαβήτη η δίαιτα και η άσκηση εξακολουθούν και αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο για την αντιμετώπιση που μαζί με την υπογλυκαιμική φαρμακευτική αγωγή (αντιδιαβητικά δισκία, νεότερες ενέσιμες θεραπείες, ινσουλίνη), τις προληπτικές παρεμβάσεις (πχ. αντιγριπικός εμβολιασμός) και τον τακτικό έλεγχο για εμφάνιση επιπλοκών (καρδιογράφημα, βυθοσκόπηση, κ.α.) εξασφαλίζουν μια καλή ποιότητα ζωής για τα άτομα με διαβήτη.
Στην εμφάνιση του ΣΔτ2 σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν γενετικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες.
Και ενώ δεν μπορούμε να αλλάξουμε τα γονίδια μας, οι περιβαλλοντικοί παράγοντες (παχυσαρκία, καθιστική ζωή, κατανάλωση τροφίμων με μεγάλη περιεκτικότητα σε λίπος και θερμίδες) μπορούν να τροποποιηθούν.
Είναι σημαντικό να εντοπίζονται άτομα υψηλού κινδύνου κατά τη διάρκεια της ετήσιας προληπτικής εξέτασης και σε συνεργασία με τον θεράποντα ιατρό να γίνονται οι απαραίτητες παρεμβάσεις. Αυτές περιλαμβάνουν:
1. Διατροφή
Συστήνεται:
Μείωση του σωματικού βάρους κατά τουλάχιστον 5%, εφόσον είναι αυξημένο
Μείωση του ολικού λίπους σε <30% της ημερήσιας θερμιδικής πρόσληψης
Μείωση του κορεσμένου λίπους <10% της ενεργειακής πρόσληψης
Αύξηση της πρόσληψης φυτικών ινών (τουλάχιστον 25-30 g την ημερησίως).
Γενικότερα, μείωση των θερμίδων με μικρότερες ποσότητες φαγητού, αποφυγή ζάχαρης, λευκού ψωμιού, μεγάλων ποσοτήτων κόκκινου κρέατος και γαλακτοκομικών προϊόντων υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά. Προτείνεται η μεσογειακή διατροφή που είναι πλούσια σε λαχανικά, φρούτα και δημητριακά ολικής άλεσης, όσπρια, ψάρι και φυσικά ελαιόλαδο και ξηρούς καρπούς.
2. Σωματική Άσκηση
Συνιστάται αερόβια άσκηση μέτριας ή έντονης έντασης διάρκειας (περπάτημα, το κολύμπι, το ποδήλατο, ο χορός ) τουλάχιστον 30 λεπτών ημερησίως, το λιγότερο 5 φορές την εβδομάδα.